καλοδεχούμενος

καλοδεχούμενος
καλοδεχούμενος, -η, -ο και καλόδεχτος, -η, -ο
ευπρόσδεκτος: Mολονότι ζούσε σε πολύ μικρό σπίτι ήμασταν πάντα καλοδεχούμενοι.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • καλοδέχομαι — 1. υποδέχομαι κάποιον ευχάριστα, κάνω καλή υποδοχή σε κάποιον 2. ακούω κάτι με ευχαρίστηση, αποδέχομαι κάτι με ευμένεια («δεν τά καλοδέχθηκε αυτά που τού είπα») 3. (η μτχ. ενεστ.) καλοδεχούμενος, η, ο καλόδεχτος* («είσαι πάντα καλοδεχούμενος στο… …   Dictionary of Greek

  • -ούμενος — κατάλ. παθ. μτχ. τής Νέας Ελληνικής που σχηματίστηκε αναλογικά προς τις αρχ. μτχ. τών συνηρημένων ρημάτων σε έω και όω (πρβλ. δηλούμενος, κρατούμενος).Παραδείγματα παθ. μτχ. σε ούμενος: αυξομειούμενος, βρισκούμενος, γραμματιζούμενος,… …   Dictionary of Greek

  • ευπρόσδεκτος — η, ο αυτός που γίνεται ευχάριστα δεχτός, αλλ. καλόδεχτος, καλοδεχούμενος: Κάθε ξένος είναι ευπρόσδεκτος στο σπιτικό μας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”